ο αγώνας τελειώνει πάντα είτε με νίκη είτε με ήττα...ποτέ με παράδοση

Λέξεις...

Το να μένεις στο σκοτάδι είναι κάτι που δεν συνηθίζεται εύκολα...εγώ είχα αποφασίσει να κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά και να προσπαθώ καθημερινά, για μένα...και για Εκείνη. 
Η όραση μου γινότανε όλο και καλύτερη...μπορούσα να διακρίνω φιγούρες, φωνές, αγγίγματα...
Όλοι βρισκόταν σε απόγνωση...κάποιοι τα είχαν παρατήσει και είχαν γίνει ένα με το σκοτάδι, άλλοι πάλευαν να βρουν το φως, άλλοι φώναζαν δυνατά μήπως κάποιος τους ακούσει.
Οι ψυχές των ανθρώπων μπλέκονταν και πάλευαν μεταξύ τους..
Μα όλοι μαζί είχαν ένα στόχο, να βρουν την έξοδο, ο καθένας για να ικανοποιήσει τον αυτοσκοπό του
Εκείνη όμως δεν είχε απορίες...δεν φώναζε...δεν έψαχνε...δεν προσπαθούσε καν να συνηθίσει το σκοτάδι, ήξερε ότι δεν άνηκε εκεί και δεν θα έδινε ποτέ την ευκαιρία στο Σκότος να την ακουμπήσει.. Καθόταν στην φωτεινή γωνιά της και διάβαζε σιωπηλά...κάποιες φορές σηκωνόταν και πατούσε απαλά σαν να βρισκόταν σε πάγο, χτένιζε τα κατάξανθα μαλλιά της και ύστερα με κινήσεις μετρημένες τα μάζευε και τα έδενε σφιχτά, σαν να μην ήθελε να φανεί η ομορφιά της και αναστατώσει την ασχήμια του τοπίου, σαν να μην ήθελε να αφήσει κανέναν να κάνει τη σύγκριση, κοιτώντας την δική του ασχήμια...Δεν ήθελε να προκαλεί 
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της δεν άλλαζαν ποτέ...όπως όταν οι μυς νεκρώνουν..
Μόνο τις στιγμές που ακούμπαγε το ακουστικό πάνω της ξεκινούσαν οι συσπάσεις, μπορούσες να διακρίνεις το σώμα της που χόρευε ολόκληρο και το φως γινόταν εκτυφλωτικό...μήνες προσπαθούσα να συνηθίσω να βλέπω μέσα από κείνο το φως  για να τη δω να αλλάζει μορφή, έστω και για λίγο...
Όταν το ακουστικό απομακρυνόταν επέστρεφε σε κείνο το ίδιο παγωμένο βλέμμα, περπατούσε χαμένη μα διατηρώντας πάντα την αγέρωχη μορφή της...
Έπιανε το αγαπημένο της στυλό, άνοιγε το τετράδιο και έγραφε, έγραφε με τόση ένταση, με τόση δύναμη που είχες την αίσθηση πως οι λέξεις θα πεταγόντουσαν παντού, πως είχαν την δύναμη να βγουν από το γυάλινο κόσμο Της και να πετάξουν ψηλά...
Μα βέβαια οι λέξεις...αυτές πρέπει να ακουμπήσω πάνω στο γυαλί...αυτές που έχουν μάθει τόσα χρόνια να εισχωρούν χωρίς να το θρυμματίζουν...
Έβαλα κάτω τον εαυτό μου, και προσπάθησα να σκεφτώ όλες τις δυνατές λέξεις που είχα ακούσει στη ζωή μου...
Ποια είναι εκείνη που θα μπορέσει να εισχωρήσει? 
Ποια λέξη προσπερνάει το βλέμμα και επιτρέπει την είσοδο στην ψυχή?
Ήταν αδύνατον να συγκεντρωθώ...Ήταν αδύνατον να βρω απάντηση...
Μέρες ολόκληρες την παρατηρούσα να ακολουθεί την ίδια διαδικασία...χωρίς να αλλάζει τίποτα σε αυτήν. 
Προσπαθούσα να δημιουργήσω μια λέξη... απογοητεύτηκα

Μια μέρα κλείνοντας το ακουστικό...πρόλαβα να δω μια σταγόνα δάκρυ να ξεφεύγει από τα μάτια Της, γούρλωσα τα μάτια μου να δω καλύτερα αλλά τίποτα..η σταγόνα κύλησε και θρυμματίστηκε στα πόδια Της.. 

Είχα βρει την λύση...είχα βρει την λέξη που θα εισχωρούσε μέσα στο γυάλινο κόσμο Της...ήταν τόσο απλή...όπως Εκείνη

Μόλις οι φωνές γύρω μου κόπασαν,  και οι ψυχές ηρέμησαν, πήγα σε Εκείνη...πλησίασα και σαν να ήξερε ότι τα είχα καταφέρει, έκανε το φως τόσο δυνατό που σχεδόν δεν έβλεπα το γυαλί...
Ξερίζωσα από την ψυχή μου, ένα Βλέμμα γλυκό...ένα Χαμόγελο μεγάλο και Αγάπη...
Τα ακούμπησα απαλά...

Βρέθηκα χωρίς να το καταλάβω να αγγίζω τα χεράκια της...δεν είχα ξαναδεί τόσο μικρά και απαλά χεράκια..με κοίταξε με το ευθυτενές βλέμμα Της και μου ψιθύρισε..."Ματάκια μου..."
Ο κόσμος μου φώτισε ξανά...




Εκείνη...

Όταν έκλεισε η πόρτα πίσω μου, ήξερα ότι είχα μπει σε ένα τούνελ που δεν γνώριζα που θα με οδηγούσε...
...Στο σκοτάδι η ελπίδα σβήνει, έπρεπε λοιπόν να ανασυγκροτηθώ και να πάρω τα ηνία της ζωής μου στα χέρια μου...
...Και τι θα τα έκανα? Δεν ήξερα το μετά, δεν είχα ακούσει τη συνέχεια
Τότε συνάντησα Εκείνη...μια ηλιαχτίδα στο σκοτάδι μου...ξεχώριζε από μακρυά...ήταν τόσο διαφορετική από όλα όσα έβλεπα γύρω μου...σαν όαση στην έρημο...που ποθείς να φτάσεις αλλά είναι πάντα τόσο μακρυά...
Σταμάτησα και την κοίταξα για να διαπιστώσω αν είναι αληθινή...
Ήταν τόσο ήρεμη...στο γυάλινο κόσμο που είχε δημιουργήσει γύρω της, όλα έμοιαζαν παραμυθένια. 
Άκουγα φωνές, κάποιοι με έσπρωχναν, αλλά δεν μπορούσα να δω...είχε σκοτάδι και με είχε τυφλώσει το κίτρινο φως Της.
Γύρισα με σκυμμένος τους ώμους και έφυγα... κούρνιασα στο χώρο που μου αναλογούσε και αποκοιμήθηκα...
... Ήθελα τόσο πολύ να διεισδύσω σε εκείνο το φως, αλλά φοβόμουν μη θρυμματίσω το κόσμο Της και την πονέσω, ίσως και να την αναστάτωνα με το θόρυβο και την θύμωνα...πως θα τα κατάφερνα?
Δεν είχα όπλα, μου τα χαν πάρει όλα...
Είχα μόνο... τα ηνία τα οποία κρατούσα γερά... και.... την ψυχή μου...
Μα φυσικά, η ψυχή δεν λένε είναι που ορίζει?
Θα ακουμπάω κάθε μέρα απαλά και ένα κομμάτι της πάνω στο γυάλινο κόσμο Της, μέχρι το γυαλί να μαλακώσει και να μπορέσω να βρω μια είσοδο τόσο μικρή να εισέλθω...χωρίς να κάνω θόρυβο, χωρίς να σπάσω κάτι, χωρίς να παραβώ τους κανόνες...
Την πρώτη μέρα έβγαλα από την ψυχή μου ένα χαμόγελο μεγάλο και το ακούμπησα προσεκτικά...
Εκείνη σήκωσε το βλέμμα της και το κοίταξε...σαν να το ρούφηξε και το φως έγινε πιο δυνατό...
Έφυγα...
Το βράδυ ονειρεύτηκα ξανά...ήμασταν λέει μαζί και είχε πολύ φως και γελάγαμε δυνατά...δεν ήθελα να τελειώσει, ήθελα μια στιγμή ακόμη να μπορούσα να την αγγίξω...
Ξύπνησα στο σκοτάδι...ξερίζωσα ένα βλέμμα από την ψυχή μου και πήγα και το ακούμπησα πάνω στο γυαλί...περίμενα υπομονετικά κάποιο σημάδι, κάποια δύναμη στο φως... καμία αλλαγή... απογοητεύτηκα. 


Ίσως βιάστηκα... πριν γυρίσω να φύγω ένιωσα το φως να χαμηλώνει, γούρλωσα τα μάτια μου και διέκρινα τη μορφή της...διέκρινα ένα μειδίαμα στο πρόσωπό της και μετά το φως δυνάμωσε ξανά

...Αυτή είναι η δύναμη της ψυχής...το μεγαλύτερό μας όπλο...




Η ψυχή είναι εσύ...

Σημείο αναφοράς της αέναης πορείας μας στα εκκατομμύρια χρόνια όπου ερχόμαστε - φεύγουμε -ερχόμαστε - φεύγουμε ~ δεν θα μπορούσε να είναι,  κάτι διαφορετικό εκτός από την ψυχή μας.
Υπάρχει μέσα σου, πάντα, είναι μαζί σου και στα καλά και στα κακά.
Η ψυχή είναι εσύ μετά από εδώ και πριν από εδώ.

Ποιο είναι το παιχνίδι τώρα;
Τι πρέπει να κάνουμε;
Γιατί υπάρχουμε;
Τι άλλο υπάρχει;
Εδώ θα πρεπει να τονιστεί ότι οφείλεις στον εαυτό σου το λιγότερο να επιλέξεις σε ποιο κοσμογονικό κόσμο θες να ανήκει.
Δύο επιλογές:
Ερχόμαστε από κάπου;
Και πού πάμε;

Ότι και να αποφασίσεις το συνεχίζεις και το υποστηρίζεις με το είναι σου, το πραγματικό, όχι το φαινομενικό

Πιστεύω ακόμα...

Eίχα πάει σε μια γιορτη τις προάλλες και συζητούσαμε για την τιμή του κάθε ανθρώπου... και για το ότι όλα πλέον εξαγοράζονται.
Nαι δεν μπορούσα να μην συμφωνήσω σε κάποια πράγματα, όμως πιστεύω και στον "Άνθρωπο",  πιστεύω - με φόβο να θεωρηθώ παράφορα ρομαντική- ότι η ψυχή του καθενός μας, θέλει απλά το κατάλληλο σάλπισμα...τότε είναι έτοιμη να ακολουθήσει χωρίς κανένα οικονομικό ή άλλο όφελος.
Πιστεύω πως εκεί έξω δεν είμαι μόνη μου, πιστεύω ότι το χέρι βοηθείας που έκανε τον Λαό μας τόσο ξεχωριστό δεν έχει εκλείψει.
Ότι και να άκουσα, αυτό είναι σαν φωτιά, που δυναμώνει μέσα μου..
Υπάρχουν ακόμα εκείνοι οι Έλληνες, ναι υπάρχουμε ακόμα ,δεν κατάφεραν να μας αλλοιώσουν ότι και αν κάνανε...
...Και η αλήθεια είναι ότι προσπάθησαν πάρα πολύ.........

Ακολουθώντας τη στιγμή...

Η τηλεόραση για μένα είναι περισσότερο διακοσμητικό στοιχείο και όχι μέσο ψυχαγωγίας...
Έχω σταματήσει εδώ και καιρό να την κοιτάω, την έχω όμως ανοιχτή, για να νιώθω ότι κάτι κινείται ανάμεσα σε μένα και την μοναξιά μου. 
Χτες το βράδυ ο Άρχοντας των δαχτυλιδιών μου κρατούσε συντροφιά. Η πρώτη ταινία από την τριλογία, που η αλήθεια είναι, ότι έχω να την δω ολόκληρη από τότε που την πρωτοείδα στο σινεμά...
σε κάθε της επανάληψη μια σκηνή με καθηλώνει...

Η σκηνή που ο μικρός Φρόντο εύχεται να μην είχε πάει σε εκείνον το δαχτυλίδι λέγοντας ότι δεν μπορεί να αντέξει το βάρος του, και τότε ο αγαπημένος μου Γκάνταλφ του λέει : " Δεν διαλέγουμε εμείς τι μας δίνετε, το μόνο που πρέπει να επιλέξουμε είναι τι θα κάνουμε στο χρόνο που μας δίνετε" 

Αυτό με ταλάνιζε όλο το βράδυ...
Μπορεί να μην επιλέγουμε τι θα μας βρει σε αυτήν τη ζωή, μπορεί να μην επιλέγουμε τι θα μας συμβεί...αλλά όταν κάτι συμβεί ΜΟΝΟ ΕΜΕΙΣ επιλέγουμε πως θα το διαχειριστούμε...

Όπως ο μικρός Φρόντο δεν μπόρεσε να αρνηθεί το βάρος του Δαχτυλιδιού, έτσι και εγώ, δεν μπορώ να αρνηθώ να παλέψω για τα συναισθήματα μου, που βάρυναν, από το πόνο...και αυτά δεν μου τα έδωσε κανείς... φώλιαζαν σιγά - σιγά, εδώ και χρόνια, στην ψυχή μου...

...Και όταν η ψυχή ορίσει τη στιγμή τότε πρέπει απλά να την ακολουθήσεις

Ανθρώπινη Αλυσίδα

Οι γονείς μου, από μικρό παιδί, μου έλεγαν, ότι οφείλω να κοιτάω και να ακούω τους συνανθρώπους μου...
Μέσα από τις ιστορίες που θα μαθαίνω, έλεγαν, θα γίνομαι καλύτερος Άνθρωπος. 
Και τους παρατηρούσα για χρόνια ολόκληρα, πως ρούφαγαν εκείνοι σαν σφουγγάρι τις ζωές των συνανθρώπων μας...γελούσαν, κλαίγανε, πονούσαν μαζί τους.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που θύμωνα όταν τους έβλεπα να στεναχωριούνται...όλοι οι υπόλοιποι λέγανε "εμείς να είμαστε καλά" οι δικοί μου όμως είχαν άλλη άποψη...
...Έτσι μεγάλωσα και πορεύτηκα στη ζωή. 
Και όταν οι πρώτες φουρτούνες ήρθαν και για μένα κατάλαβα την Αξία να έχεις ανθρώπους να πονάνε και να κλαίνε μαζί σου, να σου κρατάνε το χέρι και να σου δίνουν κουράγιο και μαζί τους σιγά σιγά να μπορείς ξανά να χαμογελάς...λίγους Ανθρώπους αλλά σημαντικούς.
Κάπως έτσι έμαθα να ξεχωρίζω τους Ανθρώπους με Αξίες...αυτούς που αφήνανε πίσω τους τα δικά τους προβλήματα και ερχότανε στην πρώτη γραμμή να πολεμήσουν για Σένα, με Σένα.

Οι γονείς μου όμως δεν μου είπαν ποτέ πόσο επίπονο είναι αυτό. Δεν μου δίδαξαν πως να κοντρολάρω τον πόνο που ένιωθα, δεν μου δίδαξαν από που να αντλώ δύναμη, και πως να τη διαχειρίζομαι, αυτά όλα τα ανακάλυψα μόνη μου σιγά σιγά...

Αλυσίδα είναι όλα, Ανθρώπινη Αλυσίδα, αν καταφέρεις να έχεις Ανθρώπους γύρω σου όλοι χορεύουν στο ίδιο τέμπο, όταν πέφτει κάποιος ο πιο δυνατός τον βοηθάει να σηκωθεί και μόλις και ο πιο δυνατός λυγίσει τότε ο προηγούμενος που έχει ανακτήσει δυνάμεις τον βοηθάει να σηκωθεί και ούτω καθεξής. 

Το παν είναι να έχεις το θάρρος να ζητάς βοήθεια, να φωνάζεις ότι πέφτεις, να δέχεσαι βοήθεια και να έχεις κουράγιο να σηκώνεσαι. Όλοι χρειαζόμαστε...

...κι εγώ πιο πολύ από όλους..

Μοναξιά ή Μοιρασιά

Πονάω...και η αλήθεια είναι ότι πονάω πολύ, και όταν η ψυχή αιμορραγεί είναι λίγα εκείνα που μπορείς να κάνεις για να τη γιατρέψεις.


Δεν έχεις πολλές επιλογές...ή θα πονάς για πάντα μόνος ή θα μοιραστείς...


Θα καταθέσεις την ψυχή σου και θα αφήσεις τους γύρω σου να δέσουν σφιχτά την πληγή μέχρι να σταματήσει να αιμορραγεί. 


Ταλαντεύομαι και μαλώνω με το είναι μου...και αν ο πόνος μεγαλώσει, αν βρει κάποιος την αφορμή και ξύσει την πληγή? Μήπως θα πονέσω πιο πολύ?
Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που θα καταλάβουν ? 
Υπάρχουν άνθρωποι να μοιραστούν? 
Να νιώσουν? 
Να προστατέψουν? 
Να οργιστούν? 
Και αν χρειαστεί να πολεμήσουν..θα το κάνουν?

Δεν έχω απαντήσεις, αλλά έχω πείσμα και θέληση για να τις βρω...

Ανάβω λοιπόν ένα κερί και ξεκινάω... 

Αναγνώστες